Με ρώτησε τι έχω μέσα μου
και απορημένη τον κοιτούσα
καμία απάντηση δεν έμοιαζε σωστή
καμία δεν ήταν λάθος
Βασανιστικά περνούσαν οι νύχτες
|τι να είναι άραγε αυτό που κάθε ένας μέσα του έχει μα κανένας δεν το βλέπει;|
Πήρα την μεγάλη απόφαση
πετώντας ένα-ένα όλα μου τα ρούχα
περπάτησα γυμνή ως την κουζίνα
τράβηξα από το συρτάρι
το πιο κοφτερό μαχαίρι
Με έκοψα
μια χαρακιά στο στέρνο
και όλα μου τα μέσα ξεχύθηκαν
Έβγαλα για αρχή τα πνευμόνια μου
γέμισε ο χώρος φρέσκο αέρα
Μύρισε έλατο και πεύκο ψηλά από τα βουνά
και γιασεμί μιας ζεστής βραδιάς Μαΐου
Μύρισε θάλασσα και αλάτι
όταν τα καλοκαίρια μέσα της
βουτούσα για να ξεπλυθώ από τους
χειμώνες μου
Συνέχισα βγάζοντας το στομάχι
μου
και ότι τόσα χρόνια κατάπινα
(χωρίς διαμαρτυρία)
άφηναν τώρα σημάδια στα λευκά πλακάκια μου
Τα έντερα ξεχύθηκαν ελεύθερα
σαν κισσός σκαρφάλωσαν επάνω μου
τυλίχτηκαν γύρω από το λαιμό μου
τον έσφιξαν
|ούτως ή άλλως αυτό το στόμα που κάποτε φιλούσε τώρα ξερνάει φωτιές|
(ψιθύρισε η φωνή μου)
(ψιθύρισε η φωνή μου)
Νεφρά και συκώτι θέλησαν να γίνουν ένα μεθυσμένο γεύμα
μικρές γευστικές μπουκίτσες για τα μελλοντικά μου θύματα
Τέλος έβαλα τα κρύα χέρια μου βαθιά
Την ένιωσα
Ζεστή παλλόταν
έτρεμε από την συγκίνηση
που τα μάτια μου για πρώτη φορά θα την αντίκριζαν
Με βία την τράβηξα
την ξερίζωσα
και
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου